Ο λόγος για τον οποίον προβλέπονται μικρότερα ηλικιακά όρια για τους εν λόγω εργαζομένους, είναι διότι κατ’ αυτόν τον τρόπο αποκαθίσταται μία ανισότητα που αφορά στις συνθήκες εργασίας και σε καμία περίπτωση δεν συνιστά προνομιακή μεταχείριση μίας ομάδας εργαζομένων έναντι άλλων. Δεδομένου ότι στατιστικώς, οι εργαζόμενοι σε ΒΑΕ έχουν χαμηλότερο προσδόκιμο από τους υπόλοιπους εργαζομένους, ακριβώς λόγω της κοπιαστικής εργασίας τους, αν δεν υπήρχε η θεσμοθετημένη προστασία των ΒΑΕ, θα δημιουργείτο αφανής μεταβίβαση πόρων από τους εργαζομένους σε κοπιαστικές και ανθυγιεινές εργασίες προς τους εργαζομένους υπό κανονικές συνθήκες.
Η μείωση του ορίου ηλικίας θα έπρεπε να είναι θεσμοθετημένη μόνο για εκείνες τις εργασίες που παραμένουν επιβλαβείς για την υγεία του εργαζομένου και μετά τη λήψη κάθε προβλεπόμενου μέτρου υγιεινής και ασφάλειας στους χώρους εργασίας. Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι δεν μπορεί η κοινωνική ασφάλιση να αναλαμβάνει το κόστος της μη τήρησης των κανόνων, διότι κάτι τέτοιο δεν θα οδηγούσε σε συμμόρφωση.
Δεν υπάρχει κατάλογος
Στα περισσότερα κράτη-μέλη της ΕΕ δεν υπάρχει, όπως στην Ελλάδα, κατάλογος βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων αλλά μόνο ειδική προστασία για κάποιες – λίγες σε αριθμό – κατηγορίες εργαζομένων. Γενικά, τα ευνοϊκά όρια ηλικίας και προϋποθέσεις συνταξιοδότησης στα ΒΑΕ ισχύουν κυρίως στα μεταλλεία, τα λατομεία, τα ορυχεία, την οικοδομή, αλλά και σε εργασίες όπως αυτή των οι οδοκαθαριστών κ.λπ.
Γίνεται δεκτό ότι οι διατάξεις αναφορικά με την υπαγωγή εργαζομένου στα ΒΑΕ πρέπει από τη φύση τους να ερμηνεύονται στενά. Σύμφωνα με τη νομολογία, η στενή ερμηνεία συνδυάζεται και με τον αποκλεισμό της αρχής της επιείκειας, καθώς και με την αυστηρή εφαρμογή της αρχής της ισότητας. Βάσει των ανωτέρω, πλέον η υπαγωγή ενός εργαζομένου στο καθεστώς ΒΑΕ γίνεται με ιδιαίτερα αυστηρά κριτήρια. Μάλιστα, ηυπ’ αριθ. 191/2019 ΣτΕ, δέχθηκε τη στενή ερμηνεία μιας διάταξης που αφορά την απόδειξη απασχόλησης σε «βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας» (άρθρο 106, παρ.2 Κανονισμού Ασφαλίσεως του ΙΚΑ).
Κατά το δικαστήριο, η μη θεωρημένη από το οικείο εργατοϋπαλληλικό κέντρο βεβαίωση του σωματείου εργατοτεχνιτών επεξεργασίας ξύλου ορθώς δεν λήφθηκε υπόψη από το εφετείο, καθώς θεωρήθηκε μη νόμιμο αποδεικτικό μέσο. Το δικαστήριο κατέληξε ότι το βάρος απόδειξης του είδους της απασχόλησης και το αν αυτή υπάγεται ή όχι στην κατηγορία των ΒΑΕ φέρει ο ασφαλισμένος και όχι το ΙΚΑ. Από την εν λόγω απόφαση, καθίσταται προφανής η δυσκολία απόδειξης της απασχόλησης σε ΒΑΕ.
~ Άρθρο του εργατολόγου Γιάννη Καρούζου στην εφημερίδα 60+
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου