Eνδιαφέροντα - Κανονισμοί

Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2024

Ολόκληρη η απολογία της Ιωάννας Τσιαπαρίκου για την τραγωδία των Τεμπών

Τι απαντά για τη σύμβαση 717, για το σύστημα ραδιοεπικοινωνίας GSM-R, για την παράλειψη περιορισμού της ταχύτητας των αμαξοστοιχιών αλλά και  για τον ορισμό δύο σταθμαρχών αντί ενός κατά τη νυχτερινή βάρδια στον Σ.Σ. Λάρισας.

Μπαλάκι οι ευθύνες σε ΟΣΕ και υπουργείο Μεταφορών  

Στοιχεία για τα συστήματα ασφαλείας του σιδηροδρόμου αλλά και απαντήσεις για τις φερόμενες ευθύνες της προέδρου της Ρυθμιστικής Αρχής Σιδηροδρόμων (ΡΑΣ), Ιωάννας Τσιαπαρίκου, προκύπτουν από την απολογία της στον εφέτη ανακριτή ως μιας εκ των 41 κατηγορουμένων στην υπόθεση των Τεμπών, την οποία δημοσιεύουν σήμερα οι Data Journalists.

Ακόμη, μέσω του απολογητικού υπομνήματος αποκαλύπτεται μία πολύ σημαντική εξέλιξη, αυτή της εκ νέου απόρριψης των εθνικών κανόνων από τον ευρωπαϊκό οργανισμό σιδηροδρόμων (ERA). Yπενθυμίζεται πως η κ. Τσιαπαρίκου βαρύνεται με την κατηγορία για το κακούργημα της διατάραξης της ασφάλειας των συγκοινωνιών και για τα πλημμελήματα της ανθρωποκτονίας, της βαριάς σωματικής βλάβης και ελαφράς σωματικής βλάβης από αμέλεια κατά συρροή.

Μετά την απολογία της τις προηγούμενες ημέρες αφέθηκε ελεύθερη, ενώ οι δικαστικές αρχές της επέβαλαν περιοριστικούς όρους. Εν ολίγοις κατά την απολογία της η πρόεδρος της ΡΑΣ, Ιωάννα Τσιαπαρίκου -η οποία είναι η μόνη από τη συγκεκριμένη αρχή που αντιμετωπίζει κατηγορίες και η μόνη που κλήθηκε από τον ανακριτή (κάτι αντίστοιχο δεν έχει συμβεί με άλλους εμπλεκόμενους φορείς)- αρνείται οποιαδήποτε εμπλοκή με το βαρύ κατηγορητήριο που έχει σχηματιστεί σε βάρος της

Σύμφωνα πάντα με τα όσα ισχυρίστηκε η Ι. Τσιαπαρίκου, δεν προκύπτει πως η ΡΑΣ είναι πραγματικά υπεύθυνη για να παίρνει ουσιαστικές αποφάσεις, όπως ποια έργα και ποιες συμβάσεις θα υλοποιηθούν, σε ποιες θα δοθεί προτεραιότητα αλλά και πώς αυτές θα χρηματοδοτηθούν. Στο ίδιο πλαίσιο, στο απολογητικό της υπόμνημα αρνείται κάθε κατηγορία και παραθέτοντας εδάφια της ισχύουσας νομοθεσίας, μεταξύ άλλων επισημαίνει πως η ΡΑΣ είναι μία ανεξάρτητη διοικητική αρχή που ως επί το πλείστον έχει εποπτικό ρόλο ως εθνική αρχή ασφάλειας. «Η ΡΑΣ ασκεί επί της ουσίας εποπτεία, σε ανώτερο επίπεδο, επί των διαδικασιών που περιλαμβάνονται στα συστήματα διαχείρισης ασφάλειας του διαχειριστή υποδομής και των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων» αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Τα σκέλη του κατηγορητηρίου και οι εξηγήσεις

Πάντως, το κατηγορητήριο που βαραίνει την Ι. Τσιαπαρίκου αναφέρεται σε συγκεκριμένα συστήματα και μέτρα ασφαλείας τα οποία κατά την έλευση του δυστυχήματος δεν βρίσκονταν σε λειτουργία. Πρόκειται για την σηματοδότηση, την τηλεδιοίκηση, το σύστημα GSM-R και άλλα μέτρα, όπως η μείωση της ταχύτητας με την οποία κινούνταν τα τρένα, ο ορισμός δύο σταθμαρχών κατά τη νυχτερινή βάρδια και τέλος η θέσπιση νέου εθνικού κανόνα.

-Για τη σηματοδότηση και την τηλεδιοίκηση, υποστήριξε στην απολογία της πως η μη λειτουργία τους υφίστατο πριν η ίδια αναλάβει πρόεδρος της αρχής και όχι το 2019 (όπως υποστηρίζει το κατηγορητήριο), ενώ για αυτά τα συστήματα ασφαλείας είχε άλλωστε υπογραφεί η περιβόητη σύμβαση 717 μεταξύ ΕΡΓΟΣΕ και αναδόχου.

-Σχετικά με το σύστημα ραδιοεπικοινωνίας GSM-R επί αμαξοστοιχιών, η κ. Τσιαπαρίκου εξηγεί πως καθίσταται απαραίτητη η υποβολή σχετικής αίτησης από την ΓΑΙΟΣΕ (κάτοχο του τροχαίου υλικού) με σκοπό να χορηγηθούν στη συνέχεια οι απαραίτητες εγκρίσεις από την ΡΑΣ. Όπως μάλιστα αναφέρει, μέχρι την 28.02.2023 δεν είχε υποβληθεί κάποια σχετική αίτηση για τις επίμαχες αμαξοστοιχίες, ενώ η ΓΑΙΑΟΣΕ μόλις λίγες ημέρες πριν το δυστύχημα στα Τέμπη είχε υποβάλει αιτήσεις για άλλες.

-Για το τρίτο σκέλος του κατηγορητηρίου που αφορά στην παράλειψη περιορισμού της ταχύτητας των αμαξοστοιχιών αλλά και στον ορισμό δύο σταθμαρχών αντί ενός κατά τη νυχτερινή βάρδια στον Σ.Σ. Λάρισας, εξηγεί στο υπόμνημα πως «τα εν λόγω μέτρα δεν αποτελούν, κατά τον Γενικό Κανονισμό Κίνησης, προϋποτιθέμενους όρους για την ασφαλή σιδηροδρομική κυκλοφορία (και, συνεπώς, η εφαρμογή τους δεν ήταν υποχρεωτική), η δε ρύθμιση των ζητημάτων που σχετίζονταν με αυτά εμπίπτει στις αρμοδιότητες του διαχειριστή υποδομής κι όχι της ΡΑΣ»

-Τέλος, για το επίσης μείζον ζήτημα της θέσπισης εθνικών κανόνων η θέση της είναι πως η ΡΑΣ «έχει απλώς γνωμοδοτική (κι όχι αποφασιστική) αρμοδιότητα» και πως «η θέσπιση εθνικών κανόνων συντελείται με απόφαση του αρμόδιου Υπουργού, ύστερα από εισήγηση του Διαχειριστή Υποδομής και γνώμη της ΡΑΣ. Τέτοια εισήγηση ουδέποτε υποβλήθηκε προς τη ΡΑΣ, και ούτε υπήρχε λόγος να υποβληθεί».

Μάλιστα, κρίνει πως το κατηγορητήριο είναι «αντιφατικό, στο μέτρο που, από τη μία κατηγορούμαι ότι παρέλειψα να επιβάλω στον ΟΣΕ τον περιορισμό ταχύτητας αμαξοστοιχιών στο επίμαχο τμήμα, με την επιβολή εγκυκλίου βραδυπορίας, καθώς και τον ορισμό δύο σταθμαρχών κατά τη νυχτερινή βάρδια στον Σ.Σ. Λάρισας, ενώ από την άλλη φέρομαι, για τα ίδια ακριβώς ζητήματα, να παρέλειψα να εισηγηθώ στον Υπουργό Υποδομών και Μεταφορών τη θέσπιση νέων εθνικών κανόνων. Με άλλα λόγια, από τη μία φέρομαι να παρέλειψα, για τα ως άνω ζητήματα, να ενεργήσω προς επιβολή υφιστάμενου κανόνα, ενώ από την άλλη φέρομαι, για τα ίδια ακριβώς ζητήματα, να παρέλειψα να ενεργήσω προς θέσπιση νέου κανόνα».  

Οι προειδοποιητικές επιστολές 

Με αφορμή σοβαρά συμβάντα στο σιδηροδρομικό δίκτυο, η ΡΑΣ απέστειλε τον Δεκέμβριο του 2021 επιστολή με θέμα «Συστάσεις για τη βελτίωση της ασφάλειας των σιδηροδρόμων» και αποδέκτες τους ΟΣΕ ΑΕ, ΤΡΑΙΝΟΣΕ, ΣΤΑΣΥ, RCLG, PEARL, GFR-Ελληνικό Υποκατάστημα, το Γραφείο Υπουργού, Υφυπουργού, Γενικού Γραμματέα και Γενικού Διευθυντή Μεταφορών του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών. Με την εν λόγω επιστολή γινόταν σαφές πως υπάρχει ανησυχία και προβληματισμός για την αύξηση των ατυχημάτων στο σιδηροδρομικό δίκτυο, ενώ σκοπός της ήταν να επιστήσει την προσοχή των αρμοδίων φορέων ως προς την τήρηση της νομοθεσίας για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων.

Επιπλέον, προς υποστήριξη της θέσης της κ. Τσιαπαρίκου πως ο ρόλος της ΡΑΣ είναι εποπτικός και γνωμοδοτικός, η ίδια κάνει αναφορά στην υποστελέχωση της Αρχής αλλά και στην έλλειψη πόρων, κατάλληλου υλικοτεχνικού εξοπλισμού και υπαλλήλων με εξειδίκευση που μόνο αν υπήρχαν θα μπορούσε η ΡΑΣ να έχει περισσότερες αρμοδιότητες. Ενδεικτικά και ο ERA σε έκθεσή του έχει επισημάνει σχετικά: «Ο Οργανισμός διαπίστωσε ότι οι εξουσίες και η ικανότητα της Ρ.Α.Σ (RAS) να εκπληρώσει αυτό το καθήκον (όπως είναι τα νομοθετικά και διοικητικά εργαλεία και οι πόροι), είναι περιορισμένα». Μάλιστα, κατά το χρονικό διάστημα που επήλθε το δυστύχημα, η ΡΑΣ διέθετε 19 άτομα, από τα οποία τα 6 ανήκαν στο Τμήμα Ασφάλειας Σιδηροδρόμων (ο ένας ήταν ο Γενικός Διευθυντής). Για τα παραπάνω ήταν επίσης ενήμερος ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, Ιωάννης Ξιφαράς με επιστολή της ΡΑΣ τον Ιούλιο του 2021 αλλά και ο Παναγιώτης Πικραμένος (τότε αντιπροέδρος της Κυβέρνησης), με υπόμνημα της ΡΑΣ τον Απρίλιο του 2021.  

Ευθύνες ΟΣΕ και υπουργείου Μεταφορών

Διαβάζοντας κανείς το απολογητικό υπόμνημα της προέδρου της ΡΑΣ στον εφέτη ανακριτή, (ΕΔΩ PDF) διαπιστώνει πως γίνονται αναφορές και σε ευθύνες του ΟΣΕ αλλά και του υπουργείου Μεταφορών. Αναφέρεται χαρακτηριστικά πως «σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 3 του ν. 2671/1998, στις αρμοδιότητες του ΟΣΕ ανήκει, μεταξύ άλλων, η διαχείριση των συστημάτων ρύθμισης και ασφάλειας της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας» και πως σύμφωνα με το άρθρο 3 περίπτ. 2 του ν. 4408/2016, ως διαχειριστής υποδομής “ορίζεται κάθε φορέας ή εταιρεία που έχει την ευθύνη για τη λειτουργία, τη συντήρηση, την αναβάθμιση και την ανακαίνιση της σιδηροδρομικής υποδομής σε ένα δίκτυο, καθώς και την ευθύνη για τη συμμετοχή στην ανάπτυξή της, σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζει το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, στο πλαίσιο της γενικής πολιτικής του για την ανάπτυξη και τη χρηματοδότηση της υποδομής». Αρμοδιότητες επί των ζητημάτων ασφάλειας του σιδηροδρόμου έχει σαφώς και το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών για το οποίο μεταξύ άλλων αναφέρεται: «Κατά τη λειτουργία τους, τόσο οι εταιρείες που αποτελούν αντικείμενο του παρόντος, δηλαδή η ΟΣΕ Α.Ε. και η ΕΡΓΟΣΕ Α.Ε., όσο και η εν γένει σιδηροδρομική αγορά εποπτεύονται όσον αφορά σε θέματα λειτουργίας και αρμοδιοτήτων τους από τον Υπουργό Υποδομών και Μεταφορών» (παρ. 2 εδαφ. α ́ του άρθρο 40 του ν. 4974/2022) ενώ «το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών ορίζεται υπεύθυνο για τον καθορισμό των συνθηκών, του πλαισίου χρηματοδότησης και των στρατηγικών προτεραιοτήτων για τον τομέα των σιδηροδρόμων» (παρ. 3 του άρθρ. 40 ν. 4974/2022).    

Απορρίφθηκαν ξανά οι εθνικοί κανόνες από τον ERA


Πλησιάζοντας στα δύο χρόνια από την τραγωδία των Τεμπών, που 57 συνάνθρωποί μας έχασαν βίαια τη ζωή τους, σημαντική είναι και η νέα εξέλιξη η οποία προκύπτει από την δικογραφία της υπόθεσης των Τεμπών. Η κ. Τσιαπαρίκου έχει προσκομίσει έγγραφο από το οποίο φαίνεται πως οι εθνικοί κανόνες ασφαλείας απορρίφθηκαν για ακόμα μία φορά από τον ERA. Ο ευρωπαϊκός οργανισμός λειτουργώντας με μία εντελώς διαφορετική φιλοσοφία από την ελληνική, η οποία στηρίζεται στο ότι οι ίδιοι οι οργανισμοί πρέπει είναι υπεύθυνοι για τη λειτουργία τους, απέρριψε και τους 34 κανόνες που προτάθηκαν από το υπουργείο Μεταφορών, αφού αξιολογήθηκαν αρνητικά. Η Ελλάδα έχει προθεσμία δύο μηνών έως τις 29 Νοεμβρίου (δίνεται δυνατότητα παράτασης) να απαντήσει σχετικά και τελικά να αποδεχτεί ή όχι την αξιολόγηση του ERA. Από την άλλη πλευρά βέβαια η ΡΑΣ λαμβάνει ως δεδομένο πως υπάρχουν εθνικοί κανόνες, από τη στιγμή που το υπουργείο δεν τους έχει απορρίψει, ενώ μάλιστα στην πλατφόρμα του ERA εμφανίζονται ως υπό αξιολόγηση. Σοβαρά δεδομένα που επιβάλλεται να αξιολογηθούν με σκοπό να εξασφαλίζεται η ασφαλής λειτουργία του σιδηροδρομικού δικτύου και η μετακίνηση των επιβατών σε αυτό.

 


 

Ελένη Καρανικόλα Κοντορούση

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου