Δύο μήνες πριν κλείσει χρόνος από τη σιδηροδρομική τραγωδία των Τεμπών, πυκνό σκοτάδι συνεχίζει να καλύπτει τη διερεύνηση για τα αίτια της καταστροφής. Οι πολιτικές σκοπιμότητες που επικράτησαν από τις πρώτες μέρες συνεχίζουν να κυριαρχούν και όσοι πίστευαν ότι μπορεί να «έπεφτε φως» μέσα από την Εξεταστική Επιτροπή στη Βουλή διαψεύστηκαν οικτρά με το περιεχόμενο των τριών συνεδριάσεων στις οποίες εξετάσθηκαν οι πρώτοι μάρτυρες.
Πέντε πρόσωπα εξετάστηκαν στις τρεις πολύωρες συνεδριάσεις και αυτό ήταν αρκετό για να φανεί ξεκάθαρα ότι η κυβερνητική πλειοψηφία έχει έρθει αποφασισμένη να επιβάλει τη δική της ατζέντα και τίποτε δεν έχει αφεθεί στην τύχη. Στην Εξεταστική δεν ισχύει το... «Πάμε κι όπου βγει». Από τις επαναλαμβανόμενες ερωτήσεις των βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας προκύπτει εξόφθαλμα ότι υπηρετούν συγκεκριμένους στόχους:
1. Να απομακρύνουν κάθε σκιά από τον παραιτηθέντα λόγω Τεμπών υπουργό Υποδομών και Μεταφορών Κώστα Καραμανλή και να τον επαναφέρουν πάλλευκο και άμοιρο ευθυνών στο πολιτικό σκηνικό. Στον στόχο αυτό οδηγεί από μόνο του το γεγονός ότι μεγάλος αριθμός βουλευτών της Ν.Δ., οι 6 από τους 16, θεωρούνται προσκείμενοι στον Σερραίο πολιτικό.
2. Να πέσει όλο το βάρος στον «ανθρώπινο παράγοντα» και στα λάθη που συνέβησαν το μοιραίο βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου 2023, διαγράφοντας κάθε συζήτηση για ευθύνες πολιτικών προσώπων. Τα ανθρώπινα «λάθη» προτάσσονται με κάθε τρόπο όταν αφορούν υπαλλήλους, ακόμη και τον νεκρό μηχανοδηγό της επιβατικής αμαξοστοιχίας, αλλά δεν ισχύουν για υπουργούς και επικεφαλής φορέων που δεν είναι δυνατό να ξέρουν από «ρουσφέτια» ή να γνωρίζουν τις συμβάσεις που υλοποιούνται.
3. Να ακυρώσουν κάθε στοιχείο που επιβαρύνει τη διακυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Ηδη ξεκίνησε συντονισμένη προσπάθεια αποδόμησης της έρευνας των Ευρωπαίων Εντεταλμένων Εισαγγελέων στην Αθήνα, οι οποίοι διερευνούσαν, μήνες πριν συμβεί το δυστύχημα, τη διαβόητη σύμβαση 717 του 2014, βάσει της οποίας θα έπρεπε να αναταχθεί το σύστημα σηματοδότησης-τηλεδιοίκησης. Οσο για την καθυστέρηση των συμβάσεων, έφταιγαν μόνο οι «παθογένειες» του Δημοσίου και κάπου στο βάθος το ΠΑΣΟΚ.
4. Επιχείρηση αποδόμησης ξεκίνησε ήδη και εις βάρος προσώπων που κατήγγελλαν επί χρόνια διαφθορά στην παραγωγή σιδηροδρομικών έργων. Ενδεικτικά είναι όσα ήδη ακούστηκαν εις βάρος του στελέχους της ΕΡΓΟΣΕ Χρήστου Κατσιούλη, που είχε παραιτηθεί από τον Απρίλιο του 2022 από την Επιτροπή που παρακολουθούσε την υλοποίηση του συστήματος αυτόματης πέδησης ETCS, για το οποίο εκκρεμούσε σύμβαση από το έτος 2007. Επαναλαμβανόμενες ερωτήσεις έγιναν και για τον Μάνο Παναγιώτου, άλλοτε στέλεχος του ΟΣΕ, που κατέθεσε στην έρευνα της ευρωπαϊκής Εισαγγελίας.
5. Πίσω από τις ερωτήσεις, τις απαντήσεις και τις αποσιωπήσεις αναδύεται και μια προσπάθεια ξεκαθαρίσματος παλαιών λογαριασμών που φτάνουν ώς την εποχή των σκανδάλων με τη Siemens. Πρόσωπα και πολιτικά συστήματα που κατηγορήθηκαν σχετικά ήδη πριν από το 2000 με τις προγραμματικές συμβάσεις της κυβέρνησης Σημίτη και μετά με τα ολυμπιακά έργα έρχονται τώρα να «πάρουν το αίμα τους πίσω» – και εδώ είναι ενδεικτικά όσα κατέθεσε ο πρώην υπουργός Μεταφορών Χρίστος Βερελής.
Οι καταθέσεις μαρτύρων ξεκίνησαν τη Δευτέρα 18/12 ύστερα από έναν μήνα καθυστερήσεων με διαδικαστικά θέματα. Αλλά ακόμη και αυτή η συνεδρίαση αναλώθηκε στην αρχή της και πάλι επί της διαδικασίας, καθώς διεφάνη αμέσως η πρόθεση της πλειοψηφίας να γίνει επιλογή των προσώπων που θα έρχονταν να καταθέσουν, με στόχο να προσέλθουν πολύ λιγότεροι από εκείνους που τα κόμματα ζητούσαν. Δύο μέρες αργότερα, η πρόθεση της πλειοψηφίας θα γινόταν ορατή με την επιβολή λίστας στην οποία δεν περιλαμβάνονται μάρτυρες όπως ο πρώην πρόεδρος των μηχανοδηγών Κ. Γενιδούνιας που είχε στείλει τρία εξώδικα στον Κ. Καραμανλή, προειδοποιώντας για το επικείμενο κακό, αλλά και ο Κ. Σπηλιόπουλος, ο πρόεδρος της ΕΡΓΟΣΕ το 2014, που είχε υπογράψει την περιβόητη σύμβαση 717 για την ανάταξη των συστημάτων ασφαλείας (τηλεδιοίκηση-σηματοδότηση-ETCS).
Εκτός από τις ερωτήσεις για το ποιοι μάρτυρες θα κληθούν, που ξέσπασαν πριν καν ξεκινήσει η κανονική συζήτηση από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. και Πλεύσης Ελευθερίας, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ και Νέα Αριστερά τοποθετήθηκαν κατά της επιλογής να ξεκινήσει η εξέταση μαρτύρων από πρόσωπα που ασχολούνταν με τον σιδηρόδρομο πριν από 20 ή και 25 χρόνια. Η Μιλένα Αποστολάκη (ΠΑΣΟΚ) μίλησε για «συνειδητό αποπροσανατολισμό και προσβολή στην αγωνία όλων των ανθρώπων που περιμένουν τα αποτελέσματα και το πόρισμα της Επιτροπής». Νίκος Καραθανασόπουλος (ΚΚΕ) και Πέτη Πέρκα (Νέα Αριστερά) ζήτησαν να ξεκινήσει η διερεύνηση από την εποχή του δυστυχήματος, δηλαδή το 2023 και να συνεχίσει προς τα πίσω.
Η απάντηση ήρθε ακαριαία από τον Λάζαρο Τσαβδαρίδη (εισηγητής Ν.Δ.) συνοδευόμενη από «καρφί» στο ΚΚΕ: «Η δικιά μας η θέση είναι ότι θα πρέπει να ξεκινήσει η διερεύνηση από το 1997, κάτι εξάλλου που είχε ζητήσει και με την πρότασή του το ΚΚΕ». Εκεί απειλήθηκε σύρραξη, με τον Ν. Καραθανασόπουλο να διαμαρτύρεται για «λαθροχειρία» και να φωνάζει ότι πουθενά δεν ζήτησε κάτι τέτοιο το ΚΚΕ και τον πρόεδρο της Εξεταστικής Δ. Μαρκόπουλο να τον διακόπτει με ειρωνεία: «Σας παρακαλώ. Εσείς πάντα είστε εντός πλαισίων». Η πρόταση της πλειοψηφίας πέρασε, όπως συνέβη και με τον κατάλογο μαρτύρων δύο μέρες αργότερα.
Στην οκτάωρη πρώτη συνεδρίαση κατέθεσαν δύο πρόσωπα, ο Κωνσταντίνος Γιαννακός, επικεφαλής του ΟΣΕ την περίοδο 2001-2005, και ο Χρήστος Τσίτουρας της ΕΡΓΟΣΕ (1996-2004). Ο πρώτος, με υπόρρητο τον θυμό του για τις περιπέτειες που είχε επί χρόνια με τις κατηγορίες για το σκάνδαλο Siemens. Ο δεύτερος, σαφώς πιο ψύχραιμος, καθώς συνέχισε να έχει ρόλο στα δημόσια έργα (αρχικά Αττικό Μετρό και σήμερα διοικητής της Αρχής Πολιτικής Αεροπορίας), εκτός από τη στιγμή που «βούρκωσε» και ξέφυγε κάπως, εκφράζοντας φόβους για «αεροπορικά Τέμπη».
Ευνόητο είναι ότι, όταν εξετάζονται μάρτυρες από τόσο παλιές εποχές, δικαιολογούνται εύκολα απαντήσεις του είδους «Δεν θυμάμαι». Μια κάποια αμνησία ήταν φυσικό να εκδηλωθεί και στους μάρτυρες των επόμενων ημερών. Του πρώην επικεφαλής της ΕΡΓΟΣΕ (2005-2008) Νικολάου Κουρέντα, γεννημένου ένα μήνα πριν από τα Δεκεμβριανά του 1944, αλλά και του Τάσου Μαντέλη, υπουργού Μεταφορών μεταξύ 1997 και 2000, που επίσης πλησιάζει τα 80. Εκείνος που μετέτρεψε το «Δεν θυμάμαι» σε... επιστήμη ήταν ο πρώην υπουργός Μεταφορών (2000-2004) Χρίστος Βερελής. Οταν του ζήτησαν στοιχεία για ένα θέμα, απάντησε πως ήρθε στην Εξεταστική χωρίς χαρτιά, διότι «με χαρτιά πηγαίνουν αυτοί οι οποίοι είναι ένοχοι και αυτοί οι οποίοι είναι ιδιαίτερου ψυχισμού»…
Αντίφαση εν τοις όροις
Προφανώς και δεν είναι η πρώτη φορά που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια της κοινωνίας μια προσπάθεια συγκάλυψης ευθυνών. Υπήρξαν μάλιστα περιπτώσεις όπου η ίδια η συγκάλυψη άνετα θα χαρακτηριζόταν βαρύτερο σκάνδαλο από το σκάνδαλο που συγκαλύφθηκε. Εννοείται, επίσης, ότι τέτοιες διαδικασίες διόλου δεν αποτρέπουν τα επόμενα σκάνδαλα. Δυστυχώς, οι αναλογίες ισχύουν απολύτως και για το «έγκλημα των Τεμπών», ακόμη και αν το βάρος των συνεπειών του μοιάζει δύσκολο να ξεπεραστεί.
Θα ήταν ευχής έργον αν αυτό το ασήκωτο βάρος γινόταν η αφορμή να ασχοληθεί το κοινοβουλευτικό μας σύστημα με τον τρόπο λειτουργίας των εξεταστικών επιτροπών. Των οργάνων, δηλαδή, όπου τα μέλη-βουλευτές ασκούν ανακριτικό έργο ενώ στην πλειονότητά τους εμφορούνται ξεκάθαρα από πολιτικές σκοπιμότητες. Πόσο αποτελεσματικός είναι ένας ανακριτής που αποκλείει μάρτυρες και ρωτάει μόνο για να πει όσα ο ίδιος θέλει να ακουστούν;
Ο αποκλεισμός κρίσιμων μαρτύρων, η αμνησία και το... καφενείο
Στις περισσότερες από τις ερωτήσεις των βουλευτών της αντιπολίτευσης, κυριάρχησαν οι μη απαντήσεις των εξεταζομένων, με «Δεν θυμάμαι», «Εγινε πριν – μετά από μένα», «Δεν μπορώ να γνωρίζω»
Ενα από τα ονόματα που ακούστηκε και ξανακούστηκε στις ερωτήσεις των βουλευτών της Ν.Δ. ήταν εκείνο του Μάνου Παναγιώτου. Εξετάζοντας ο Λ. Τσαβδαρίδης τον Κ. Γιαννακό, αφού τον ρώτησε για την πολύπαθη σύμβαση 717 χωρίς να λαμβάνει απαντήσεις πέραν του «Δεν ξέρω, έφυγα από τον ΟΣΕ το 2005», πέρασε στο ψητό: «Αναφορικά με τη σύμβαση 717, για την οποία έχει σχηματιστεί δικογραφία από το ελληνικό παράρτημα της Ευρωπαίας εισαγγελέως, ένας εκ των βασικών μαρτύρων είναι ο κ. Παναγιώτου». «Ηταν βασικός μάρτυρας εναντίον μου», απάντησε ο κ. Γιαννακός, «στην Επιτροπή Βαλυράκη», το 2010 στη Βουλή.
«Τρεις Εφέτες Ανακριτές Διαφθοράς είχαν θέσει την υπόθεση στο αρχείο. Η Επιτροπή Βαλυράκη έστειλε τη δικογραφία στη Βουλή. Πέρασα μια ταλαιπωρία μέχρι το 2019, όταν με εισήγηση του Εισαγγελέα, ο οποίος είπε στη δίκη “κακώς ήρθε αυτή η υπόθεση εδώ”, και ομόφωνη απόφαση τριών Εφετών αθωώθηκα».
Εκεί παρενέβη το... δημοσιογραφικό δαιμόνιο του προέδρου της Εξεταστικής, Δημήτρη Μαρκόπουλου, που επανήλθε: «Υπάρχει, δηλαδή, από την πλευρά του κ. Παναγιώτου μια τάση να κάνει τέτοιου είδους καταγγελίες;» «Ηταν ένας αναξιόπιστος μάρτυρας, δηλαδή, ο κ. Παναγιώτου;» ξαναρώτησε, για να λάβει θετική απάντηση. Και συνέχισε ρωτώντας για το πού δούλευαν ο Χρ. Κατσιούλης και ο πατέρας του, Ιωάννης: «Δηλαδή όταν ο πατέρας μου εμένα είναι σε μια εταιρεία και εγώ είμαι στην ΕΡΓΟΣΕ, ενδεχομένως θα τον εξυπηρετήσω, θα έχω μια γνώση για τις υποθέσεις του;»
Τα ίδια ονόματα θα επανέλθουν στις επόμενες εξετάσεις μαρτύρων. Ο Λ. Τσαβδαρίδης ρωτά τον Χρ. Βερελή για τον Μ. Παναγιώτου: «Γνώρισα την ύπαρξή του με την περίοδο της εξεταστικής της Siemens όπου και τότε ήταν πολυγραφότατος... Από ό,τι μου είχε πει ο κ. Γιαννακός και άλλοι άνθρωποι, οδηγήθηκαν στο δικαστήριο με δικές του ενέργειες και αθωώθηκαν παμψηφεί. Τώρα πώς μια τέτοια ιστορία εμφανίζεται πάλι είναι κάτι το οποίο δεν θα πω εδώ στην Επιτροπή. Οι σκέψεις είναι ελεύθερες», απάντησε.
Σε εκείνο το σημείο της κατάθεσης Βερελή, παρενέβη και πάλι ο πρόεδρος της Εξεταστικής Δ. Μαρκόπουλος: «Ποιος έτρεχε εισαγγελικά την υπόθεση της τότε περιόδου με τη Siemens;» ρώτησε. «Η κ. Πόπη Παπανδρέου ήταν από τους βασικούς και θυμήθηκα το όνομά της πάλι τώρα…», απάντησε ο Χρ. Βερελής. «Η οποία “τρέχει” και την υπόθεση της ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, όπου καταθέτει πάλι ο κ. Παναγιώτου», συνέχισε ο πρόεδρος. «Ενα πράγμα μου έκανε εμένα εντύπωση, ότι εμφανίστηκε αυθορμήτως απ’ ό,τι διάβασα ο κ. Παναγιώτου. Δεν το καταλαβαίνω πολύ καλά αυτό. Δηλαδή, βγαίνω από δω και πηγαίνω και βαράω την πόρτα του εισαγγελέα και λέω “Εχω εγώ να πω αυτά”;», ανταπάντησε ο Χρ. Βερελής, προφανώς έχοντας ξεχάσει την προτροπή τού άλλοτε αρχηγού του, Κώστα Σημίτη, που καλούσε όποιον έχει στοιχεία «να τα πάει στον Εισαγγελέα».
«Λαβράκι» για τον κ. Κατσιούλη προσπάθησε να βγάλει και ο βουλευτής Χρ. Κέλλας, ρωτώντας τον Κ. Γιαννακό: «Είπατε ότι ο κ. Κατσιούλης υιός ήταν στην ΕΡΓΟΣΕ ως επιβλέπων μηχανικός και ο μπαμπάς Κατσιούλης, αφού έφυγε από την ΕΡΓΟΣΕ, ήταν στην εταιρεία Bombardier που έφτιαχνε το σιδηροδρομικό δίκτυο; Δηλαδή ο γιος επέβλεπε τον πατέρα;» Η απάντηση Γιαννακού δεν ήταν ακριβώς θετική ως προς την εταιρεία Bombardier. Ωστόσο, δύο μέρες αργότερα o Λ. Τσαβδαρίδης ρώτησε τον Ν. Κουρέντα: «Εδώ υπήρξαν μάρτυρες που είπαν ότι φεύγοντας ο κ. Ιωάννης Κατσιούλης πήγε σε ιδιωτική εταιρεία για να δουλέψει και συγκεκριμένα στη Bombardier, η οποία ήταν ανάδοχος σε κάποια έργα της ΕΡΓΟΣΕ, και από την άλλη μεριά, την ίδια περίοδο, ο υιός Κατσιούλης δούλευε για λογαριασμό της ΕΡΓΟΣΕ και ήλεγχε ως ελεγκτής τα έργα που παρέδιδε η Bombardier. Αυτό το ξέρετε;» «Δεν το ξέρω», ήταν η απάντηση.
Σε αντίστοιχη ερώτηση προς τον Χρ. Τσίτουρα, η απάντηση ήταν πιο διπλωματική: «Εάν αυτό υπήρχε, ο πατέρας να δουλεύει σε μια εταιρεία και ο γιος να είναι στέλεχος που επέβλεπε αυτή η εταιρεία, είναι καθαρό conflict of interest και δεν θα έπρεπε να είχε γίνει ποτέ». Οσες φορές στη διάρκεια των παραπάνω ερωτήσεων προσπάθησε να παρέμβει ο Βασίλης Κόκκαλης (ΣΥΡΙΖΑ), λέγοντας ότι η Εξεταστική αφορά τα αίτια ενός εγκλήματος με τόσα θύματα, τον ρωτούσαν αν είναι συνήγορος του κ. Παναγιώτου. Στις περισσότερες από τις ερωτήσεις των βουλευτών της αντιπολίτευσης, κυριάρχησαν οι μη απαντήσεις των εξεταζομένων. «Δεν θυμάμαι», «Εγινε πριν – μετά από μένα», «Δεν μπορώ να γνωρίζω» απαντούσαν στα ερωτήματα για τα αίτια του δυστυχήματος, τις συμβάσεις που ποτέ δεν τελείωναν παρά τα εκατομμύρια ευρώ και τις συνεχείς παρατάσεις, τα συστήματα που τοποθετούνταν για να διαπιστωθεί ότι δεν ήταν συμβατά μεταξύ τους.
Ο Κ. Γιαννακός έδειξε πάντως αυτοπεποίθηση για να αποφανθεί ότι στο δυστύχημα των Τεμπών έφταιξε η παραβίαση του Κανονισμού Κυκλοφορίας, δηλαδή ο «ανθρώπινος παράγοντας» και οι παραλείψεις σταθμάρχη, μηχανοδηγών και όλων όσοι θα μπορούσαν να προλάβουν το κακό. Τα ίδια επανέλαβε ο Χρ. Βερελής, ενώ μόνο ο Χρ. Τσίτουρας παραδέχθηκε ότι τα συστήματα ελέγχου θα μπορούσαν να αποτρέψουν το δυστύχημα εάν λειτουργούσαν. Επέμεινε όμως ότι εκείνος τα είχε παραδώσει όλα εν λειτουργία και πήρε τα εύσημα στους Ολυμπιακούς του 2004.
Χλομή ήταν η εμφάνιση του Τάσου Μαντέλη, αν και παραδέχθηκε ότι πολλοί «βολεύτηκαν από την εγκατάλειψη του σιδηροδρόμου» και ότι εκείνος ως υπουργός «θα αντιδρούσε» εάν εργαζόμενοι του κατήγγελλαν με εξώδικα ότι επίκειται δυστύχημα. Αντίθετα, ο Χρ. Βερελής προτίμησε να μιλήσει για τους συνδικαλιστές που στην εποχή του κατήγγελλαν διάφορα για να κερδίσουν αυξήσεις μισθών. Με χαρακτηριστική άνεση απαντούσε αστειευόμενος ο κ. Βερελής για όσα έζησε ως υπουργός, «εάν πάμε όλοι μαζί μετά έξω και μιλήσουμε και πιούμε έναν καφέ». Εφτασε, μάλιστα, στο σημείο να αναφερθεί υποτιμητικά στη βουλεύτρια της Πλεύσης Ελευθερίας, Ελένη Καραγεωργοπούλου, όταν για πολλοστή φορά ο πρόεδρος της Επιτροπής την κατηγορούσε ότι υποβάλλει άσχετες ερωτήσεις: «Αφήστε, κύριε πρόεδρε, δεν πειράζει. Θέλω να μείνει ικανοποιημένη η κ. Καραγεωργοπούλου. Να μη φύγει από εδώ στερημένη»…
www.efsyn.gr - Άρης Χατζηγεωργίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου