Eνδιαφέροντα - Κανονισμοί

Πέμπτη 16 Μαΐου 2024

Πιπιλάνε την καραμέλα «φταίει ο σταθμάρχης»

Τι ισχυρίζονται στις απολογίες τους οι 16 κατηγορούμενοι της ΕΡΓΟΣΕ για το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα. ● Αρνούνται ότι αν η σύμβαση 717 είχε παραδοθεί εγκαίρως και λειτουργούσαν τα συστήματα ασφαλείας και ελέγχου της κυκλοφορίας θα
αποφευγόταν η τραγωδία.

Εκλεισε προ ημερών ο κύκλος των απολογιών των 16 υψηλόβαθμων και μη στελεχών της ΕΡΓΟΣΕ που κατηγορούνται σε βαθμό κακουργήματος για τη μη υλοποίηση της σύμβασης «717» στην υπόθεση των Τεμπών. Τα στελέχη της ΕΡΓΟΣΕ εδώ και περίπου έναν μήνα μετέβαιναν στη Λάρισα για να απολογηθούν ενώπιον του ειδικού εφέτη ανακριτή Σωτήρη Μπακαΐμη για μια σειρά από βαρύτατα αδικήματα που τους αποδόθηκαν από την Εισαγγελία Εφετών Λάρισας τον περασμένο Ιανουάριο: πρόκειται για διευθύνοντες συμβούλους, προέδρους και μέλη του διοικητικού συμβουλίου του οργανισμού, υπαλλήλους που είχαν καθήκοντα από το 2016 μέχρι τον χρόνο του πολύνεκρου δυστυχήματος, τον Φεβρουάριο του 2023, στους οποίους οι ανακριτικές αρχές είδαν σοβαρές ευθύνες αλλά και αιτιώδη σύνδεση της μη υλοποίησης της σύμβασης και της μετωπικής σύγκρουσης των δύο τρένων που στοίχισε τη ζωή σε 57 ανθρώπους.

Η «Εφ.Συν.» αποκαλύπτει σήμερα πως τα υψηλόβαθμα στελέχη της ΕΡΓΟΣΕ που βρίσκονται κατηγορούμενοι στη μεγάλη δικογραφία της Λάρισας για τις ποινικές ευθύνες για τα Τέμπη είναι τα ίδια υψηλόβαθμα στελέχη του οργανισμού που κατηγορούνται στην υπόθεση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας για το καθαρά οικονομικό σκέλος της υπόθεσης. Είναι δηλαδή κάποια από τα 23 πρόσωπα (μαζί με τους υπευθύνους της κοινοπραξίας ΤΟΜΗ - ALSTOM και υπευθύνους της Διαχειριστικής Αρχής) στα οποία η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία αποδίδει σοβαρότατες ποινικές ευθύνες, παραλείψεις και κατασπατάληση εκατομμυρίων από ευρωπαϊκά κονδύλια.

Στις αρχές του χρόνου έγγραφο του ανακριτή Λάρισας, Σωτ. Μπακαΐμη, μαρτυρούσε την άρρηκτη σύνδεση μεταξύ των δυο υποθέσεων, ζητώντας από την πρωτοδίκη Αθηνών τον συσχετισμό των δύο δικογραφιών και την ενημέρωσή του για την έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας για να αξιοποιηθεί και από τον ίδιο: «Εάν η Σύμβαση 717/14 είχε εγκαίρως και στα αρχικά συμβατικά πλαίσια ολοκληρωθεί και είχαν παραδοθεί και λειτουργούσαν τα σχετικά συστήματα ασφαλείας-ελέγχου της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας», σημείωνε χαρακτηριστικά, «θα αποφευγόταν μετά βεβαιότητας η επέλευση του δυστυχήματος, λόγω της επέμβασης-επενέργειας στη σιδηροδρομική κυκλοφορία των συστημάτων αυτών κατά τη λειτουργία τους». Απορρίπτοντας έτσι, με τον πλέον επίσημο τρόπο, το βασικό επιχείρημα που ακούγεται συνεχώς από κυβερνητικά χείλη, όπως και από τον πρώην υπουργό Μεταφορών, Κωνσταντίνο Αχ. Καραμανλή, πως δηλαδή κανένα σύστημα ασφαλείας δεν θα μπορούσε να αποτρέψει το «ανθρώπινο λάθος» του σταθμάρχη.

Ετσι αυτή την περίοδο τα κατηγορούμενα στελέχη της ΕΡΓΟΣΕ απολογούνται και για τα δύο σκέλη της δαιδαλώδους υπόθεσης των παράνομων παρατάσεων του έργου τηλεδιοίκησης και σηματοδότησης. Και για τα αδικήματα, κατά περίπτωση, της απάτης, της ψευδούς βεβαίωσης και της ηθικής αυτουργίας σε αυτά, με την επιβολή καταβολής υπέρογκων εγγυήσεων από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, και για τα κακουργήματα που αποδόθηκαν από τις αρχές της Λάρισας. Υπενθυμίζεται ότι οι κατηγορούμενοι βαρύνονται στη μεγάλη δικογραφία των Τεμπών με το κακούργημα της διατάραξης της ασφάλειας της συγκοινωνίας μέσων σταθερής τροχιάς, από κοινού και κατ’ εξακολούθηση, με αποτέλεσμα τον θάνατο μεγάλου αριθμού ανθρώπων, τη βαριά σωματική βλάβη περισσότερων ανθρώπων και τον κοινό κίνδυνο σε ξένα πράγματα. Αντιμετωπίζουν ακόμα τα πλημμελήματα της ανθρωποκτονίας, της βαριάς σωματικής βλάβης και της απλής σωματικής βλάβης από αμέλεια κατά συρροή.

Αξίζει να αναφερθεί πως, σύμφωνα με πληροφορίες, οι 3 από 16 κατηγορούμενους, αν και αρχικά βρίσκονταν κατηγορούμενοι στη δικογραφία της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, αργότερα φαίνεται πως απαλλάχθηκαν, γι’ αυτό και πλέον οι κατηγορούμενοι είναι 23 αντί για 26 που ονοματίζονταν αρχικά στο σχέδιο κατηγορητηρίου της Ευρωπαίας Εντεταλμένης Εισαγγελέως Πόπης Παπανδρέου. Στη δικογραφία που χειρίζεται ο ανακριτής Λάρισας, ωστόσο, κατηγορούμενα είναι και τα 16 στελέχη της ΕΡΓΟΣΕ.

Στο ίδιο μήκος κύματος

Οι δύο ανακριτικές αρχές, παρά τις διαφορετικές κατηγορίες που καταλογίζουν, κινούνται στο ίδιο ακριβώς μήκος κύματος: πως δηλαδή τα στελέχη της ΕΡΓΟΣΕ σπατάλησαν χρόνο και χρήμα για να ευνοηθούν οικονομικά οι δύο εταιρείες που είχαν αναλάβει την υλοποίηση του έργου και πως δεν είχαν «ειλικρινή πρόθεση» να εφαρμόσουν τη σύμβαση, αλλά υπέκυψαν στις πιέσεις των υπευθύνων της κοινοπραξίας. Το πρόσφατο δημοσίευμα των Reporters United ονομάτιζε μάλιστα τους Δημήτρη Κούτρα (πρώην διευθυντή της «Ακτωρ»), Αλέξανδρο Εξάρχου (επικεφαλής του ομίλου Intrakat – «Ακτωρ») και Σταύρο Βλάχο, διευθυντή της πολυεθνικής Alstom, ως τους βασικούς κατηγορούμενους στην υπόθεση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, που προκάλεσαν «με φορτικότητα» προς τα στελέχη της ΕΡΓΟΣΕ τις παρατάσεις της αρχικής σύμβασης.

Βασικός γνώμονας μάλιστα στις ερωτήσεις των ανακριτικών αρχών της Λάρισας, σύμφωνα με πληροφορίες, ήταν οι δύο αρχικές καταγγελίες από μάρτυρες-κλειδιά που ξεκίνησαν την έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας: της Μάγδας Γεροντίδου, πρώην επιθεωρήτριας της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, η οποία είχε καταγγείλει την παράβαση των όρων της «717», και του Χρήστου Κατσιούλη, διπλωματούχου ηλεκτρολόγου μηχανικού της ΕΡΓΟΣΕ, που επί σειρά ετών επισήμαινε τις αδικαιολόγητες και ύποπτες καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των σιδηροδρομικών έργων πριν από την τραγωδία των Τεμπών.

Ο Χ.Β., διευθύνων σύμβουλος της ΕΡΓΟΣΕ από τον Οκτώβριο του 2019 μέχρι τον Μάρτιο του 2023, αρνήθηκε το σύνολο των κατηγοριών που του αποδίδονται. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, εφόσον η κοινοπραξία δεν προσκόμισε εγκεκριμένες μελέτες από την Alstom, όπως υποχρεούνταν, η ΕΡΓΟΣΕ και κατά προέκταση το υπουργείο Μεταφορών όφειλε να την κηρύξει έκπτωτη ή να ζητήσει να καταβληθούν ποινικές ρήτρες. Κάτι που δεν συνέβη, αφού το έργο πήρε συνολικά εφτά παράνομες παρατάσεις. Ο ίδιος απαντά πως «αν δεν είχαν χορηγηθεί τελικώς οι παρατάσεις και είχε κηρυχθεί έκπτωτος ο Ανάδοχος, το έργο θα είχε διαλυθεί», κάτι που θα είχε, κατά τα λεγόμενά του, επίσης σοβαρές ποινικές συνέπειες. Προς επίρρωσιν των ισχυρισμών του υποστηρίζει πως μετά το δυστύχημα των Τεμπών ο Ανάδοχος παραμένει ο ίδιος και χορηγήθηκε από τη νέα διοίκηση του οργανισμού εκ νέου παράταση για το έργο «χωρίς το γεγονός αυτό, βεβαίως, να γεννά ευθύνες της νέας Διοίκησης για διατάραξη της ασφάλειας των συγκοινωνιών».

Στέκεται ιδιαίτερα ωστόσο στο ίδιο το δυστύχημα των Τεμπών, εμμένοντας πως δεν συνδέεται η μη υλοποίηση της σύμβασης με τη μετωπική σύγκρουση. Κατά τον ίδιο, η ΕΡΓΟΣΕ δεν είχε «τη δυνατότητα να επιλέξει σταθμάρχη», ούτε «να παρεμποδίσει την όποια “κινδυνώδη” δραστηριότητα στην οποία επεδίδετο ο ΟΣΕ».

Ευθύνες επιρρίπτει στη ΡΑΣ, λέγοντας πως ήταν η μόνη αρμόδια να κρίνει αν πρέπει να ανασταλεί η λειτουργία του σιδηροδρομικού δικτύου. Αλλά και στον ΟΣΕ (όπως φάνηκε παραπάνω) και τον Σπύρο Πατέρα, πρώην πρόεδρο του οργανισμού και κατηγορούμενο επίσης σε βαθμό κακουργήματος για διατάραξη ασφάλειας των συγκοινωνιών. Σύμφωνα με τον ίδιο, «κατεβλήθη κάθε δυνατή προσπάθεια προς την κατεύθυνση της ασφαλούς και όσο το δυνατόν ταχύτερης εγκατάστασης των συστημάτων σηματοδότησης - τηλεδιοίκησης [...]» κάτι που δεν κατέστη εφικτό λόγω «άρνησης» εκ μέρους του ΟΣΕ να ανταποκριθεί στα αιτήματα της αναδόχου κοινοπραξίας να χορηγηθούν οι απαραίτητες άδειες εισόδου και εργασίας στους σταθμούς και το σιδηροδρομικό δίκτυο.

Η εξαίρεση

Στα ίδια επιχειρήματα καταφεύγουν, σύμφωνα με πληροφορίες, οι περισσότεροι κατηγορούμενοι. Εξαίρεση αποτελεί ο κατηγορούμενος Π.Κ., επιβλέπων σιδηροδρομικών συστημάτων, ο οποίος, αν και υποστήριξε πως ήταν αναγκαία η πρώτη συμπληρωματική σύμβαση, φαίνεται να συμφωνεί σε μεγάλο βαθμό με τους μάρτυρες κατηγορίας που έθεταν σοβαρά ερωτήματα για την επικινδυνότητα του δικτύου, όπως και ότι έπρεπε να επιβληθούν ποινικές ρήτρες στον ανάδοχο για τις καθυστερήσεις ή να κηρυχθεί έκπτωτος για να αλλάξει χέρια το έργο. Αξίζει να σημειωθεί πως στον συγκεκριμένο κατηγορούμενο δεν επιβλήθηκε κανένας περιοριστικός όρος ενώ, σύμφωνα με πληροφορίες, ήταν ο μόνος στον οποίο δεν επιβλήθηκε από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία υπέρογκη εγγύηση (10.000 ευρώ), όπως συνέβη στις υπόλοιπες περιπτώσεις στελεχών της ΕΡΓΟΣΕ που άγγιξαν ακόμη και τις 900.000 ευρώ.

Ευθύνες επέρριψε προς την ανάδοχο κοινοπραξία ο κατηγορούμενος Γ.Κ., επικεφαλής κλιμακίου επίβλεψης της σύμβασης «717» πριν από το 2017 και από το 2020 και έπειτα. Ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος επικαλείται προβλήματα που επικαλέστηκαν ότι αντιμετώπισαν οι εταιρείες, «χωρίς υπαιτιότητα της ΕΡΓΟΣΕ», όπως καθυστερήσεις στην προμήθεια υλικών, καθυστερήσεις στην εκτέλεση των εργασιών στην Τηλεδιοίκηση Λάρισας, καταστροφές από πυρκαγιά του 2021 όπως και λόγω της κακοκαιρίας «Μπάρμπαρα» στις αρχές του Φεβρουαρίου του 2023. Το σύνολο των δυσχερειών του έργου ωστόσο είχε υπολογιστεί και κοστολογηθεί από την αρχική σύμβαση, όπως τονίζει η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία.

Ο ίδιος, σύμφωνα με πληροφορίες, επισήμανε ενώπιον του ανακριτή πως όλα τα σχέδια που αφορούσαν τη μελέτη εφαρμογής της σηματοδότησης έχουν υπογραφεί «και από τα δύο μέλη της αναδόχου κοινοπραξίας, οι οποίες φέρουν την ευθύνη από κοινού ολόκληρη».

Εκτενή αναφορά σε ανυπόγραφη δεκασέλιδη επιστολή του για τον συγκεκριμένο κατηγορούμενο είχε κάνει ένας ανώνυμος πληροφοριοδότης, τα γραφόμενα του οποίου είχαν πυροδοτήσει την έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας τον Μάιο του 2022, δηλαδή δέκα μήνες πριν από το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη. Ο ανώνυμος πληροφοριοδότης είχε τονίσει την ευθύνη του Γ.Κ., μεταξύ άλλων, για το χαμηλό επίπεδο των εργασιών και των σχετικών μελετών, ενώ ζητούσε από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία να διερευνήσει τόσο την εγκυρότητα του πτυχίου του όσο και τα οικονομικά του στοιχεία.

www.efsyn.gr- Εύα Παπαδοπούλου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου