Λέμε ξεκάθαρα ότι....

Οι συνταξιούχοι να απολαμβάνουν την σύνταξη τους και τους κόπους μιας ζωής και οι άνεργοι να βρίσκουν δουλειά.ΟΧΙ στην πρόσληψη συνταξιούχων στον σιδηρόδρομο σε οποιοδήποτε τομέα,δημόσιο ή ιδιωτικό.ΝΑΙ στις προσλήψεις,ΝΑΙ σε επαγγελματίες σιδηροδρομικούς με συγκροτημένα εργασιακά δικαιώματα.Δηλώνουμε ΞΕΚΑΘΑΡΑ την αντίθεση μας σε οποιαδήποτε σχέδια προσλήψεων συνταξιούχων.Δηλώνουμε ΞΕΚΑΘΑΡΑ ότι όσοι στηρίζουν αυτές τις επιλογές θα μας βρουν ΑΠΕΝΑΝΤΙ!
Καλούμε τους συνταξιούχους συναδέλφους να σεβαστούν την ΙΣΤΟΡΙΑ και το παρελθόν τους .

Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2016

Το ημερολόγιο μιας φοιτήτριας, που συμμετείχε στην εξέγερση του Πολυτεχνείου

ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΞΕΧΝΑ,ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ ΞΕΧΝΙΕΤΑΙ
Νιώθω σπασμούς σ’ όλο μου το σώμα. Είμαι τρομερά αδύναμη. Τα πόδια μου είναι σε τραγικά χάλια. Μελανιασμένα, δεν με κρατούν ούτε να φτάσω μέχρι τις τουαλέτες», γράφει. «Τ’ αυτιά μου βουίζουν. Σχεδόν δεν ακούω. Συγκριτικά αυτό είναι
πλεονέκτημα για να μην τρελαίνομαι από τα ουρλιαχτά του πόνου και της απελπισίας που με ζώνουν. Χθες έδερναν αλύπητα τον Σπύρο τον Γεωργάτο. Αδύναμη να πράξω οτιδήποτε. Παρακαλούσα τον Θεό να του δίνει κουράγιο. Το ημερολόγιο μιας 21χρονης φοιτήτριας, που συμμετείχε στην εξέγερση του Πολυτεχνείου, στα κελιά του ΕΑΤ-ΕΣΑ. 
Έγραφε σε περιτυλίγματα σοκολάτας
Είκοσι μία μέρες φυλακή σήμερα, ακριβώς όσες και τα χρόνια μου… Είναι η τέταρτη κατά σειρά εβδομάδα στη φυλακή. Σήμερα χιονίζει. Το ‘νιωσα από το ιδιαίτερο ψύχος του κελιού μου…. Το είδα να πέφτει μαζί με βροχή από τον φεγγίτη. Μερικά πουλιά έχουν από ώρα έρθει και τιτιβίζουν. Ψάχνουν μια ζεστή γωνίτσα. Αν μπορούν βέβαια να υποψιαστούν τι ζεστά είναι εδώ μέσα θα προτιμούσαν να καθίσουν έξω όπου τουλάχιστον είναι ελεύθερα».
Είναι μόνο μερικές από τις λέξεις που έγραψε σε δυο κομμάτια χαρτί σοκολάτας η Μέλπω Λεκατσά. 
Στα 21 της χρόνια η φοιτήτρια στο τρίτο έτος της Φαρμακευτικής βρέθηκε στα κρατητήρια του ΕΑΤ–ΕΣΑ. 

Τη νύχτα του Πολυτεχνείου η νεαρή γυναίκα βρίσκεται στο ιατρείο της σχολής. Λίγο πριν την εισβολή του τανκ φεύγει από την πίσω πύλη. «Ήρθε και μας είπε ένα παιδί “φύγετε γιατί εσείς είστε οι πρώτοι που θα αναζητήσουν και θα συλλάβουν, οπότε φύγετε”», διηγείται. Από το ίδιο βράδυ η νεαρή φοιτήτρια, που είχε ήδη σταμπαριστεί από τα γεγονότα της Νομικής, κρύβεται. Αλλάζει σπίτι κάθε βδομάδα. Παραμονή Χριστουγέννων συλλαμβάνεται ενώ βρίσκεται σε σπίτι φίλων της, που ήταν μαζί της τη νύχτα της 17ης Νοεμβρίου. Τα τηλέφωνα παρακολουθούνται. Ένα τηλεφώνημα που έκανε ένας από τους δύο φίλους της σε στέλεχος της Αριστεράς, φέρνει την Ασφάλεια. Τους πιάνουν όλους.
Ο Ιανουάριος του 1974 την βρίσκει στα κρατητήρια του ΕΑΤ-ΕΣΑ. Ανακρίνεται, βασανίζεται, υποφέρει. Κάποια στιγμή την μεταφέρουν στο αναρρωτήριο με λιποθυμική τάση έπειτα από ξυλοδαρμό. Φωνάζουν τον γιατρό ο οποίος δίνει διαταγή να φέρουν δύο σοκολάτες από το περίπτερο, καθώς η νεαρή κοπέλα παθαίνει συχνές κρίσεις υπογλυκαιμίας . Η φοιτήτρια τρώει τις σοκολάτες και κρατάει τα περιτυλίγματα. Καταφέρνει να κλέψει ένα στιλό από το γραφείο του ανακριτή. Τις επόμενες ημέρες τα τσαλακωμένα χαρτιά και το στιλό γίνονται οι καλύτεροι φίλοι της. Ο φόβος μήπως την πιάσουν ριζώνει μέσα της αλλά αρχίζει να γράφει.
Η ημέρα που της επιτρέπουν να κάνει μπάνιο «ήταν ένα φοβερό γεγονός» λέει η Μέλπω Λεκατσά στη «Μηχανή του Χρόνου». «Ήμασταν άπλυτοι, βρώμικοι, εμένα με είχαν πιάσει με ένα νυχτικό. Μου έφεραν μετά ένα στρατιωτικό αμπέχονο. Επί 25 μέρες δεν με άφηναν να κάνω μπάνιο. Το μαρτύριο ήταν η τουαλέτα. Ήταν τρεις φορές την ημέρα. Περισσότερο βάσανο ήταν να θες να πας να ουρήσεις. Επικρατούσε σαν σωματικό βάσανο πάνω από όλα», περιγράφει. Κάποια στιγμή την πηγαίνουν στα υπαίθρια μπάνια του ΕΑΤ-ΕΣΑ. Πόρτες δεν υπάρχουν. «Μου λένε γδύσου και πλύσου. Και κάθονταν απ’ έξω και κοιτάζανε. Τι να έκανα; Έπρεπε να πλυθώ και πλύθηκα. Τα μάτια τους ήταν τα πιο ισχυρά βέλη που μπορούσα να αισθανθώ εκείνη τη στιγμή. Με άφησαν να πλυθώ επειδή θα ερχόντουσαν να με δουν οι γονείς μου. Μία και μόνη φορά».
«25 Ιανουαρίου και επιτέλους επιτρέπουν επισκεπτήριο. Οι δικοί μου θα έρθουν να με δουν. Ένα μήνα δεν ξέρουν αν ζω. Η παρουσία των δικών μου διαρκεί μόνο πέντε λεπτά. Είναι τόσο υπέροχοι και οι δύο. Η μητερούλα μου φρόντισε όπως πάντα ό,τι ήταν μπορετό. Λίγα φρούτα και ένα κέικ. Λίγα βιβλία και πάνω απ’ όλα την απέραντη κατανόησή τους. Δεν είπαμε κουβέντα. Δεν μας άφησαν. Ήταν περιττό. Με χάιδευαν στα χέρια. Τα βλέμματα μίλησαν με τον δικό τους μυστικό κώδικα», γράφει η Μέλπω Λεκατσά στο «ημερολόγιο» της.
Σαραντα τρία χρόνια μετά η κ. Λεκατσά πηγαίνει κάθε πρωί στο φαρμακείο της και χαμογελάει. Διότι κατάφερε να βγει ζωντανή από το κελί και τα βασανιστήρια. Τα πρώτα χρόνια μετά την κράτησή της ήταν δύσκολα. Η κατάσταση της υγείας της δεν ήταν καλή. Οι εφιάλτες έρχονταν κάθε βράδυ. Πάλεψε πολύ για να κάνει δύο παιδιά. Όταν ήρθαν στον κόσμο η ζωή της άλλαξε. Κι αυτή ήταν η νίκη της απέναντι στους βασανιστές. Δεν ξέχασε. Αλλά όπως λέει «είναι τόσα πολλά τα βάσανα σε τόσους πολλούς άλλους ανθρώπους που δεν μπορείς να κλαις για κάτι που έγινε 43 χρόνια πριν. Όταν βλέπεις τα παιδάκια στους δρόμους νηστικά, βασανισμένα, πνιγμένα, δεν μπορείς να κλαις για ένα ΕΑΤ-ΕΣΑ».

ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΞΕΧΝΑ ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ ΞΕΧΝΙΕΤΑΙ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου