Ο Γιάννης Καρούζος αναλύει το αναπτυξιακό νομοσχέδιο και τις σαρωτικές αλλαγές που έρχονται σε κλαδικές συμβάσεις, επεκτασιμότητα, συρροή, διαιτησία
δικηγόρος εργατολόγος και κάνει μια πρώτη «ανάγνωση πίσω από τις λέξεις»
αναφορικά με το νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας, το οποίο τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση και φέρνει πολλές αλλαγές στα εργασιακά.
Τέθηκε χτες, Τετάρτη (11/9), προς διαβούλευση το νέο νομοσχέδιο του Υπουργείου Εργασίας, το οποίο επιφέρει πλήθος αλλαγών στον τομέα των εργασιακών σχέσεων.
Επ’ αυτού παρατηρούμε τα ακόλουθα:
Προβλέπεται ρητά η δυνατότητα των κοινωνικών εταίρων να θεσπίσουν στο πλαίσιο ομοιοεπαγγελματικών και κλαδικών συμβάσεων εργασίας, ειδικούς όρους ή εξαιρέσεις για ορισμένες επιχειρήσεις, όπως οι επιχειρήσεις κοινωνικής οικονομίας, νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού σκοπού και επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Αναφέρεται μάλιστα ότι με υπουργική απόφαση θα εξειδικεύονται τα κριτήρια για τις επιχειρήσεις που θα εξαιρούνται από την ισχύ των κλαδικών και ομοιοεπαγγελματικών συλλογικών συμβάσεων, καθώς και οι κατηγορίες όρων από τις οποίες αυτές δύνανται να εξαιρεθούν. Παρατηρούμε λοιπόν, να δίνεται μία ευρεία δυνατότητα επέμβασης του Υπουργείου Εργασίας στις συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Πάντως, παρόμοιου περιεχομένου ρυθμίσεις συναντάμε και στο δίκαιο άλλων ευρωπαϊκών χωρών, όπως επί παραδείγματι της Γερμανίας και της Γαλλίας.
Δημιουργείται στο Υπουργείο Εργασίας, μητρώο των συνδικαλιστικών οργανώσεων εργαζομένων και εργοδοτών. Όλες οι συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων και εργοδοτών, υποχρεούνται να εγγράφονται στο εν λόγω μητρώο, που τηρείται στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ του Υπουργείου Εργασίας.
Θεσπίζεται η δυνατότητα ηλεκτρονικής ψηφοφορίας στις αποφάσεις των γενικών συνελεύσεων, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων κήρυξης απεργίας.
Επανέρχεται στο προσκήνιο ο θεσμός των επιχειρησιακών συλλογικών συμβάσεων. Ειδικότερα, προβλέπεται εξαίρεση από την αρχή της εύνοιας, σε περίπτωση επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Στην περίπτωση των επιχειρήσεων αυτών δηλαδή, η επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση θα υπερισχύει έναντι της κλαδικής ή ομοιοεπαγγελματικής. Ζήτημα τίθεται εν προκειμένω, σχετικά με το ποιος θα είναι αρμόδιος να κρίνει αν μία επιχείρηση υπάγεται ή μη στην εν λόγω εξαίρεση. Τούτο διότι, ναι μεν θα προβλέπονται βάσει υπουργικής απόφασης συγκεκριμένα κριτήρια βάσει των οποίων θα προσδιορίζεται ποια επιχείρηση θεωρείται ότι αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα, ουδέν όμως αναφέρεται αναφορικά με το ποιος θα είναι αρμόδιος να προβεί στην εν λόγω υπαγωγή.
Η αρχή της εύνοιας, παραχωρεί τη θέση της στην αρχή της ειδικότητας και στην περίπτωση που υπάρχει συρροή εθνικής κλαδικής ή ομοιοεπαγγελματικής συλλογικής σύμβασης με αντίστοιχη τοπική.
Ιδιαιτέρως δυσχερής καθίσταται η δυνατότητα επέκτασης των συλλογικών συμβάσεων.
Έτσι, προκειμένου να κηρυχθεί μία κλαδική συλλογική σύμβαση ως γενικώς υποχρεωτική απαιτείται εκτός από αίτηση του συνδικάτου προς τον Υπουργό και τεκμηρίωση των επιπτώσεων της επέκτασης στην ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση και κοινοποίηση αυτής στο Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας. Ακολούθως το Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας γνωμοδοτεί αιτιολογημένα προς τον Υπουργό Εργασίας λαμβάνοντας υπόψη την τεκμηριωμένη βεβαίωση της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου ότι η συλλογική ρύθμιση δεσμεύει ήδη εργοδότες, που απασχολούν ποσοστό μεγαλύτερο του 50% των εργαζομένων του κλάδου ή του επαγγέλματος αλλά και το πόρισμα διαβούλευσης των δεσμευομένων μερών, ενώπιον του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας, για την αναγκαιότητα της επέκτασης και τις επιπτώσεις της στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, τη λειτουργία του ανταγωνισμού και την απασχόληση.
Ο θεσμός της διαιτησίας μεταβάλλεται ριζικά, ενώ καθίσταται ιδιαιτέρως δυσχερής η μονομερής προσφυγή σε αυτή.
Συγκεκριμένα, η μονομερής προσφυγή στη διαιτησία είναι δυνατή μόνο
α) εάν η συλλογική διαφορά αφορά επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας, η λειτουργία των οποίων έχει ζωτική σημασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 19 του ν. 1264/1982 όπως συμπληρώθηκε με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 3τουΝ.1915/1990,
β) εάν η συλλογική διαφορά αφορά στη σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας και αποτύχουν οριστικά οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των μερών και η επίλυση της επιβάλλεται από υπαρκτό λόγο γενικότερου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος συνδεόμενο με τη λειτουργία της ελληνικής οικονομίας. Οριστική αποτυχία των διαπραγματεύσεων θεωρείται ότι υπάρχει, εφόσον σωρευτικώς (i) έληξε η κανονιστική ισχύς τυχόν υπάρχουσας συλλογικής σύμβασης εργασίας σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 2 της ΠΥΣ 6/2012 και (ii) έχει εξαντληθεί κάθε άλλο μέσο συνεννόησης και συνδικαλιστικής δράσης, ενώ το μέρος που προσφεύγει μονομερώς στη διαιτησία, συμμετείχε στη διαδικασία μεσολάβησης και αποδέχθηκε την πρόταση μεσολάβησης.
Η αίτηση μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία πρέπει να περιέχει και πλήρη αιτιολογία σχετικά με τη συνδρομή των προϋποθέσεων που την δικαιολογούν, η δε διαιτητική απόφαση που εκδίδεται επί αυτής είναι άκυρη εάν δεν περιέχει και πλήρη αιτιολογία σχετικά με τη συνδρομή των προϋποθέσεων που δικαιολογούν τη μονομερή προσφυγή στη διαιτησία.
Οι προϋποθέσεις προσφυγής στη διαιτησία αυστηροποιούνται, ενώ παράλληλα τίθενται και εύλογα ερωτήματα, όπως για παράδειγμα ποιος θα είναι αρμόδιος να κρίνει αν συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις, όπως και τι γίνεται σε περίπτωση που το ένα μέρος δεν συμμετάσχει στη διαδικασία της μεσολάβησης. Εν προκειμένω δημιουργείται το εξής πρόβλημα. Προϋπόθεση για τη μονομερή προσφυγή, εκτός των άλλων, είναι και η αποδοχή της πρότασης μεσολάβησης. Εάν όμως, το ένα μέρος δεν προσέλθει στη διαδικασία της μεσολάβησης, δεν θα διατυπωθεί κάποια πρόταση. Συνεπώς, το μέλος που καλόπιστα προσήλθε δεν θα μπορεί να προβεί στη διαδικασία διαιτησίας.
Να σημειωθεί πάντως, ότι ο χαρακτήρας της διαιτησίας ως υποχρεωτικός δεν μεταβάλλεται με την νέα διάταξη. Επί του θέματος αυτού, δηλαδή εάν ο θεσμός της διαιτησίας πρέπει να είναι υποχρεωτικός ή προαιρετικός, υπάρχει έντονη συζήτηση, καθώς σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 2307/2014 απόφασης του Συμβουλίου Επικρατείας η διαιτησία είναι υποχρεωτική, ενώ σύμφωνα με έκθεση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας αυτή έπρεπε να είναι προαιρετική.
Η πέραν των δύο (2) μηνών καθυστέρηση καταβολής δεδουλευμένων αποδοχών από τον εργοδότη, συνιστά μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας.
Προβλέπεται η αύξηση κατά 12% του ωρομισθίου που δικαιούται ο μερικώς απασχολούμενος για την παροχή πρόσθετης εργασίας, δηλαδή εφόσον εργάζεται περισσότερες ώρες από αυτές που έχουν προβλεφθεί στη σύμβαση μερικής απασχόλησης. Το μέτρο αυτό στοχεύει στη μείωση των ευέλικτων μορφών εργασίας και στην προώθηση της πλήρους απασχόλησης.
Στην περίπτωση διαπίστωσης μη αναγραφής εργαζομένου σε πίνακα προσωπικού και επιβολής του προστίμου ποσού 10.500 ευρώ για τον αδήλωτο εργαζόμενο, θεσπίζεται υποχρέωση διενέργειας ενός τουλάχιστον επανελέγχου της παραβατικής επιχείρησης, εντός ενός έτους από τη διαπίστωση της παράβασης.
Κατάργηση του μαχητού τεκμηρίου απασχόλησης τριών μηνών σε περιπτώσεις διαπίστωσης παράβασης αδήλωτης εργασίας και του αντίστοιχου καταλογισμού των ασφαλιστικών εισφορών για το χρονικό αυτό διάστημα, με βάση υπολογισμού τον κατώτατο μισθό ή το κατώτατο ημερομίσθιο.
Περιλαμβάνεται πρόβλεψη για την (ήδη εφαρμοζόμενη) διαδικασία αναφορικά με την άσκηση προσφυγής κατά των πράξεων επιβολής προστίμου για αδήλωτη εργασία (προθεσμία εξήντα ημερών που δεν αναστέλλει, όπως και η άσκηση της προσφυγής, την εκτέλεση της πράξης και κοινοποίηση της προσφυγής εντός της ίδιας προθεσμίας στην αρμόδια υπηρεσία του ΣΕΠΕ)
Τροποποίηση της διάταξης αναφορικά με την έκπτωση του προστίμου σε περίπτωση πρόσληψης του αδήλωτου εργαζόμενου. Αντί της προβλεπόμενης μέχρι σήμερα διαβαθμισμένης – κλιμακωτής έκπτωσης, αναλόγως του χρονικού διαστήματος της σύμβασης εργασίας με την οποία γίνεται η πρόσληψη, παρέχεται πλέον μόνο μία επιλογή, ήτοι αυτή της πρόσληψης του αδήλωτου εργαζόμενου με σύμβαση εργασίας διάρκειας τουλάχιστον ενός έτους και αντίστοιχης μείωσης του προστίμου στο ποσό των 2.000 ευρώ. Αντίστοιχη τροποποίηση έγινε και στις περιπτώσεις των εποχικών εργασιών, με μείωση του προστίμου στο ποσό των 5.000 ευρώ για πρόσληψη με σύμβαση εργασίας τουλάχιστον τριών μηνών
Δημιουργία στο σύστημα ΕΡΓΑΝΗ μητρώου επιχειρήσεων και εργοδοτών για την καταγραφή των παραβάσεων που αφορούν στην αδήλωτη εργασία και πρόβλεψη για αποκλεισμό από ευνοϊκές φορολογικές και ασφαλιστικές ρυθμίσεις αυτών που έχουν παραβατική συμπεριφορά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου