Η μητέρα ενός εκ των δύο μηχανοδηγών της εμπορικής αμαξοστοιχίας οι οποίοι σύμφωνα με νέα, επικαιροποιημένη έκθεση εκτροχίασαν τις ηλεκτρομηχανές της εμπορικής σώζοντας πολλές ανθρώπινες ζωές μιλά στο Documento με αφορμή το συγκλονιστικό στοιχείο που βάζει στο κάδρο τις απεγνωσμένες προσπάθειες του παιδιού της να αποτρέψει την τραγωδία τα τελευταία δευτερόλεπτα της ζωής του.
Η Σταυρούλα Μασσαλή, μητέρα του 29χρονου Δημήτρη, εξομολογείται πως ήταν εφησυχασμένη με την ιδέα ότι ο γιος της δεν κατάλαβε την επερχόμενη μοιραία σύγκρουση. Τα δεδομένα όμως αλλάζουν για εκείνη και την οικογένειά της καθώς με βάση τα νέα στοιχεία αποδεικνύεται πως «ίσως τα πράγματα να είναι διαφορετικά. Ο Δημήτρης είδε, κατάλαβε, αντιλήφθηκε».
Δεν υπήρξε μετωπική σύγκρουση
Σύμφωνα με την έκθεση του Βασίλη Κοκοτσάκη, ειδικού πραγματογνώμονα σε θέματα πυρκαγιάς και εντολέα συγγενών θυμάτων των Τεμπών, η οποία πλέον αποτελεί στοιχείο της δικογραφίας, «ο μηχανοδηγός της εμπορικής αμαξοστοιχίας λίγο πριν τη σύγκρουση αντιλαμβάνεται την επιβατική αμαξοστοιχία να εξέρχεται από το παρακείμενο τούνελ και προσπαθεί να ακινητοποιήσει τον συρμό. Η απότομη χρήση των συστημάτων πέδησης εκτροχιάζει τις μηχανές 1 και 2 της εμπορικής οι οποίες εκτρέπονται εκτός γραμμής…».
Στη συνέχεια «η υπόλοιπη αμαξοστοιχία χωρίς τις μηχανές πλέον συνεχίζουν την πορεία τους και το πρώτο βαγόνι, φορτωμένο με βαριά μεταλλικά ελάσματα, εμβολίζει τη μηχανή της επιβατικής αμαξοστοιχίας».
Οι ειδικοί θεωρούν πως «η ενσυνείδητη ή όχι ενέργεια του μηχανοδηγού που είχε ως αποτέλεσμα να εκτροχιαστούν οι δύο μηχανές, απέτρεψε την μετωπική σύγκρουση των μηχανών της εμπορικής οι οποίες επειδή είχαν μεγαλύτερο όγκο θα δημιουργούσαν και μεγαλύτερη δυναμική ενέργεια και ασφαλώς περισσότερους τραυματισμούς και σε περισσότερα βαγόνια της επιβατικής αμαξοστοιχίας» και καταλήγουν πως «η επιλογή των μηχανοδηγών ελαχιστοποίησε τις συνέπειες της σύγκρουσης και σίγουρα αποφεύχθηκαν περισσότερες απώλειες ανθρώπινης ζωής».
Το Documento αμέσως μετά τη δημοσιοποίηση του συγκλονιστικού αυτού στοιχείου επικοινώνησε με την κ. Μασσαλή.
Τη μάνα που δεν ξέρει πια αν πρέπει να χαρεί γιατί η ενέργεια του γιου της έσωσε ανθρώπινες ζωές ή να λυπηθεί γιατί «ξαναγυρνάμε πίσω».
Οι πρώτες αντιδράσεις της ήταν ανάμεικτες: «Εγινα χάλια. Δεν ξέρω πώς πρέπει να φερθώ. Να χαρώ ή να λυπηθώ. Με στεναχώρησε όλο αυτό. Πάνω που πάμε να το ελέγξουμε κάτι αποκαλύπτεται ξανά και μας γυρνάει πίσω. Είναι πολύ ψυχοφθόρο για εμάς. Και τώρα όμως που αφορά μόνο το δικό μας παιδί είναι πολύ δύσκολο».
«Ο γιος μου οδηγούσε την αμαξοστοιχία»
Η μητέρα του 29χρονου μηχανοδηγού μάς αποκάλυψε πως στις 22.30 της μοιραίας εκείνης νύχτας είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον γιο της και από αυτό κατάλαβε ότι μάλλον βρισκόταν δύο σταθμούς πριν από τη Λάρισα.
«Ετυχα πάνω στην αναγγελία που έκανε η σταθμάρχης. Πάντοτε με έπαιρνε όταν έμπαινε στον σταθμό και το τρένο ήταν σταματημένο. Ετσι κι εκείνη την ημέρα άκουσα την αναγγελία, την οποία ο γιος μου επανέλαβε όπως ήταν υποχρεωμένος. Φαντάστηκα πως αφού το επανέλαβε ήταν εκείνος που οδηγούσε. Είχε ειπωθεί κιόλας πως βρέθηκε πάνω στο φρένο».
Τόσο καιρό η μητέρα του άτυχου Δημήτρη δεν αντιμετώπιζε την ωμή πραγματικότητα ως είχε, καθώς «με την άγνοια προσπάθησα να μας προστατέψω».
Πριν από τη δημοσιοποίηση των νέων στοιχείων είχε συμβιβαστεί με τα παλιά δεδομένα και μιλώντας στο Documento παραδέχεται πως «αυτό εμένα με βόλευε. Το παιδί μου δεν πρόλαβε να δει, δεν κατάλαβε, δεν ένιωσε, δεν τρόμαξε. Το έδεσα εγώ, παρότι κυκλοφορούσε πως είχε βρεθεί πάνω στο φρένο. Τελικά αποδεικνύεται πως ίσως τα πράγματα να είναι διαφορετικά. Ο Δημήτρης είδε, κατάλαβε, αντιλήφθηκε» συνειδητοποιεί και μοιράζεται ερωτήματα και ανησυχίες που απέφευγε να θέσει τόσο καιρό.
«Ποιες ήταν οι τελευταίες του στιγμές; Να μην υπέφερε, να μην τρόμαξε! Για πόση ώρα; Τι σκέφτηκε εκείνη τη στιγμή; Κατάλαβε πως δεν υπάρχει σωτηρία; Για πόση ώρα το βίωσε;» είναι μερικά από αυτά. Πάντα αναρωτιόταν πώς είναι δυνατόν να έγινε όλο αυτό με τον Δημήτρη οδηγό, καθώς ήταν ένα παιδί με «αρρωστημένη ευσυνειδησία που ακόμη και στα χέρια του θα το έπαιρνε για να το σώσει». Στο άκουσμα όλων των νέων στοιχείων σκέφτεται πως ο γιος της οδηγούσε με περίσσια ευθύνη.
«Επαληθεύτηκε αυτό που πάντα πίστευα γι’ αυτό το παιδί. Αν υπήρχε το παραμικρό υπό αυτές τις συνθήκες, αν υπήρχε κάτι, αυτό θα το έκανε ο Δημήτρης.
Αποδεικνύεται πόσο υπεύθυνος και προσεκτικός ήταν» ψελλίζει εμφανώς συγκινημένη, ενώ στη συνέχεια κάνει μια τρομερή παραδοχή: «Εγώ εκεί που ήταν τα παιδί μου θα το έχανα έτσι και αλλιώς».
Κατά τη διάρκεια της κουβέντας μας δεν έκρυψε και τη στενοχώρια της για το γεγονός πως ο γιος της και ο Σπύρος Βούλγαρης, ο άλλος μηχανοδηγός της εμπορικής, έχουν αδικηθεί.
«Αν υπήρχε παράνομο φορτίο, θα το έβαλαν κρυφά»
«Πολλές φορές ειπώθηκαν αναληθή πράγματα και κάποιος θα μπορούσε να τα συσχετίσει με το παιδί μου. Εγώ ήξερα την αλήθεια και τη στρέβλωση που υπήρξε, όμως δεν μπορούσα να αντιμετωπίσω το γεγονός πως κάποιος θα μπορούσε να σχηματίσει κακή εικόνα για το παιδί μου χωρίς κανείς να μπορεί να το υπερασπιστεί».
Η έρευνα στην υπόθεση των Τεμπών έχει παρουσιάσει ενδείξεις για παράνομο φορτίο στην εμπορική αμαξοστοιχία. Η κ. Μασσαλή σχολιάζει και αυτή την πτυχή λέγοντας:
«Ακούσαμε πράγματα που μας πλήγωσαν. Πόσες φορές υπονόησαν πως το παιδί μας για ένα χαρτζιλίκι φόρτωνε καύσιμα και έκανε λαθρεμπόριο. Αυτά είναι χαζά. Ακόμη κι αν υπήρχε παράνομο φορτίο, λέτε να ρώτησαν τα παιδιά που ήταν επάνω εκείνη τη στιγμή; Θα τα βάλανε κρυφά. Ο γιος μου τις προηγούμενες μέρες οδηγούσε πότε την επιβατική, πότε τον προαστιακό, ανάλογα το πρόγραμμα. Δεν υπάρχουν κάποιοι που κάνουν τη μία δουλειά και κάποιοι την άλλη. Μάλιστα το δρομολόγιο που έκανε εκείνη τη μέρα ήταν έκτακτο λόγω τριημέρου. Μόλις είχε γυρίσει από Θεσσαλονίκη».
Ξημερώματα χτύπησε το τηλέφωνο…
Ηταν κολλημένος με τη δουλειά του, οι συνάδελφοί του τον λέγανε «Μασσαλής το πολυεργαλείο». «Ο,τι γινόταν λέγαμε φωνάξτε το “πολυεργαλείο”. Εμείς κοιτάγαμε να φύγουμε νωρίς, εκείνος πήγαινε πρώτος και έφευγε τελευταίος», «δουλεύεις στον ΟΣΕ, δεν τον αγόρασες» είναι μερικά από τα λόγια που οι συνάδελφοί του μοιράστηκαν μαζί της.
«Εκείνος» συνεχίζει η μητέρα του «είχε πάντα μαζί του μια τσάντα με εργαλεία έκτακτης ανάγκης ώστε να μπορεί να αντιμετωπίσει κάθε αναποδιά».
Η κ. Μασσαλή θυμάται έντονα πως τη νύχτα που έμαθε για το δυστύχημα δεν το χώραγε ο νους της πως μπορεί αυτό να είχε συμβεί με το τρένο… Θεώρησαν πως κάτι συνέβη με τη μηχανή την οποία ο Δημήτρης έπαιρνε πολλές φορές για να πάει στη δουλειά.
«Χτυπάει το τηλέφωνο ξημερώματα και πεταχτήκαμε. Ηταν ο μικρός μου γιος. Ηρέμησα και ξανακοιμήθηκα. Κατέβηκε ο άντρας μου. Νόμιζα πως απλώς ήρθε από νωρίς στο ρεπό του. Δεν πήγε το μυαλό μου. Ο άντρας μου αργούσε και τότε βγήκα στο μπαλκόνι, σοκαρίστηκα, είδα δέκα αυτοκίνητα μαζεμένα. Και πάλι δεν πήγε το μυαλό μου. Οταν είπε στον μπαμπά του “μπαμπά, είχαμε ένα ατύχημα με τον Δημήτρη μας”, γύρισε και τον ρώτησε “με το μηχανάκι;”. “Όχι, μπαμπά” λέει, “με το τρένο”. Ατυχήματα με το τρένο. Εχεις ξανακούσει να σκοτώνονται τόσοι άνθρωποι με το τρένο;» λέει και ξαναλέει η Στ. Μασσαλή, συμπληρώνοντας: «Καμιά φορά ακούω που λέγανε οι γονείς “όταν φτάσεις πάρε με”. Εγώ δεν του το είπα γιατί ήμουν σίγουρη πως θα φτάσει… Αισθάνομαι θυμό που ήμουν τόσο ευκολόπιστη. Είχα προβλέψει τόσα πράγματα για τη ζωή και την ανατροφή τους, τα πάντα. Αν είχα την ευκαιρία να τα ξέρω όλα αυτά, δεν υπήρχε περίπτωση να τον αφήσω να ξαναδουλέψει εκεί».
Η κουβέντα συνεχίζεται για την απουσία συστημάτων ασφάλειας στα τρένα και καταλήγει στον μοιραίο σταθμάρχη. Η κ. Μασσαλή αναρωτιέται πώς δουλεύει ο κόσμος με αυτές τις συνθήκες και πώς τελικά επιλέγονται όσοι καλούνται να πάρουν αποφάσεις που κρίνουν «αν θα ζήσουν ή θα πεθάνουν τόσοι άνθρωποι, αν θα συγκρουστούν ή όχι δύο τρένα. Μόνο ένας ακατάλληλος υπήρχε εκείνο το βράδυ; Αφού όλα κρέμονται από ένα σταθμάρχη γιατί έκαναν τόσο σημαντική επιλογή στους μηχανοδηγούς και όχι στον σταθμάρχη;», διαπιστώνοντας πως αυτό συμβαίνει διότι «οι μηχανοδηγοί είναι της Ηellenic Train και ο σταθμάρχης της Ελλάδας, του ΟΣΕ».
«Να πληρώσουν αυτοί που διατάζουν»
Η συζήτησή μας έκλεισε με κάτι κρίσιμο που απασχολεί πολλούς συγγενείς θυμάτων. Θα αποδοθεί δικαιοσύνη; Η κ. Μασσαλή απαντά: «Να πω το τετριμμένο πως έχω εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη; Μέχρι εκεί που θα επιτρέψουν να φτάσουν τα στοιχεία και να αποδοθούν οι ευθύνες κάτι θα γίνει. Είδαμε και στο Μάτι τι έγινε.
Ας υπήρχε τιμωρία για να μην υπάρξουν ξανά τέτοια εγκλήματα. Ο άλλος να σκέφτεται όταν είναι να κάνει μια κίνηση, να σκέφτεται όταν είναι να βάλει μια υπογραφή, να σκέφτεται το βάρος της πράξης του. Να φύγουμε από τη λογική πως με ένα τηλέφωνο θα κάνουμε τη δουλειά μας και θα τελειώσουν όλα. Αυτό αν μπορέσουμε να αλλάξουμε. Εκλαιγα, έβλεπα τα θύματα της τραγωδίας στη Μάντρα, στο Μάτι και να που στην επόμενη τραγωδία βρέθηκα και η ίδια στα κανάλια και μεθαύριο στην επόμενη ποιος; Θα είναι το τελευταίο; Γιατί γίνονται όλα αυτά; Γιατί δεν φοβούνται. Να πληρώσει ποιος; Ο τελευταίος ο σταθμάρχης ή ο αστυνομικός στο Μάτι, ο τελευταίος του τελευταίου. Το θέμα είναι να πληρώσουν αυτοί που διατάζουν. Από αυτές τις αποφάσεις εξαρτιόμαστε».
Στην εκπαίδευση δεν υπήρχε καν το σενάριο της μετωπικής
Η κ. Μασσαλή δεν πίστευε ότι τα τρένα είχαν θέματα ασφάλειας. «Στην εκπαίδευση δεν υπήρχε καν αυτό το σενάριο της μετωπικής μεταξύ δύο τρένων. Τρένο με τρένο δεν υπήρχε σε κανένα μυαλό. Οτι υπήρχαν προβλήματα το ακούγαμε καμιά φορά, αλλά ότι μπαίνουν στο αντίθετο ρεύμα, Θεέ μου, αυτό τώρα το μαθαίνουμε, δεν είχαμε ιδέα. Ολη μου την προστασία την εξαντλούσα στη μηχανή που πήγαινε και ερχόταν στη δουλειά. Πιο πολύ αυτό φοβόμουν, το τρένο ποτέ. Κατηγορώ τον εαυτό μου, ποτέ δεν σκέφτηκα πως μπορεί να συμβεί ατύχημα με το τρένο. Εκπαιδευόταν για τόσα συστήματα ασφαλείας. Πού να φανταστούμε πως δεν υπήρχαν στην πραγματικότητα; Ακούγαμε από τις διαφημίσεις πόσο υπερσύγχρονα είναι τα τρένα, ζητάγανε τόσα προσόντα. Ο Δημήτρης μου μπήκε με προκήρυξη, του άρεσε πολύ η ιδέα να δουλέψει στα τρένα. Η διαδικασία επιλογής κράτησε μήνες. Θεωρήσαμε πως για να το ψάχνουν τόσο πολύ το παίρνουν στα σοβαρά. Πού να φανταστούμε;» αφηγείται και θυμάται:
«Τον τελευταίο χρόνο κάτι δεν πήγαινε καλά. Ακόμη και στα ρεπό του συνέχεια συναντιόταν με το σωματείο, αυτό με παραξένεψε. Δεν μου έλεγε για προβλήματα για να μη με υποψιάσει».
Ελένη Καρανικόλα Κοντορούση -www.documento.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου